ΤΕΝΟΝΤΙΤΙΔΕΣ

Οι τένοντες είναι ταινίες ινώδους ιστού που συνδέουν τους μύες με τα οστά.

Με τον όρο τενοντίτιδα ορίζεται η φλεγμονή που εκδηλώνεται σε μια από αυτές τις δομές. Αντίθετα, μιλάμε για τενοντοελυτρίτιδα όταν η φλεγμονή πλήττει, εκτός από τον τένοντα, και την προστατευτική θήκη (έλυτρο) που τον περιβάλλει.

Η διαταραχή μπορεί να αφορά οποιονδήποτε τένοντα, αν και μερικοί από αυτούς είναι πιο επιρρεπείς στον κίνδυνο της φλεγμονής. Πρόκειται για τους τένοντες των μυών του ώμου, του Αχίλλειου τένοντα, των τενόντων του καρπού, των τενόντων των μυών του αντιβραχίονα στο ύψος του αγκώνα , του επιγονατιδικού τένοντα που προσφύεται στο γόνατο.

Είναι επίσης δυνατόν να παρουσιαστεί διόγκωση, ιδιαίτερα όταν η φλεγμονή πλήττει και την προστατευτική θήκη, όπου μπορεί να συγκεντρωθεί υγρό.

Όσον αφορά την περιοχή στην οποία εντοπίζονται τα συμπτώματα, μερικά παραδείγματα σχετικά με τις πιο κοινές τενοντίτιδες είναι τα εξής: στην περίπτωση της επικονδυλίτιδας ο πόνος εντοπίζεται στον αγκώνα, στην περίπτωση που αφορά τον Αχίλλειο τένοντα ο πόνος εντοπίζεται στην περιοχή ακριβώς πάνω από τη φτέρνα, στην περίπτωση φλεγμονής των προσαγωγών μυών στην εσωτερική πλευρά του μηρού, αν η τενοντίτιδα αφορά τον επιγονατιδικό τένοντα ο πόνος εντοπίζεται ακριβώς κάτω από την επιγονατίδα, σε περίπτωση φλεγμονής του πετάλου των στροφέων μυών στον ώμο, στην περίπτωση της τενοντοελυτρίτιδας του μακρού απαγωγού και του βραχέως εκτείνοντα τον αντίχειρα (σύνδρομο του De Quervain) στον καρπό από τη πλευρά του αντίχειρα και στη βάση του δακτύλου.

Σε περίπτωση φλεγμονής των καμπτήρων τενόντων των δακτύλων είναι δυνατόν να παρουσιαστεί το φαινόμενο του εκτινασσόμενου δακτύλου. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι, όταν ο ερεθισμένος τένοντας διογκώνεται, δε μπορεί να κινηθεί ελεύθερα μέσα στην προστατευτική του θήκη. Στην ουσία “εγκλωβίζεται” και δε μπορεί πια να γυρίσει πίσω, προκειμένου να τεντώσει ξανά το δάχτυλο. Για να απελευθερωθεί είναι απαραίτητο να εξαναγκαστεί η κίνηση του δακτύλου, ώστε να προκληθεί ένα είδος “εκτίναξης”.